φιλελεύθερος

φιλελεύθερος
η , ο [ος , ον ] 1.
1) свободолюбивый; 2) либеральный; 2. (ο ) либерал

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "φιλελεύθερος" в других словарях:

  • φιλελεύθερος — loving freedom masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλελεύθερος — Τίτλος διαφόρων ελληνικών εφημερίδων. Αξιολογότερη θεωρείται εκείνη του Ηλία Ζερβού Ιακωβάτου, η οποία κυκλοφορούσε στην Κεφαλονιά. Ιδρύθηκε το 1849 (Φεβρουάριος, 19) και το τελευταίο της φύλλο είναι της 1ης Οκτωβρίου 1851. * * * η, ο /… …   Dictionary of Greek

  • φιλελεύθερος — η, ο 1. αυτός που αγαπάει την ελευθερία, ο φίλος της ελευθερίας. 2. ο οπαδός του φιλελευθερισμού (βλ. λ.). 3. ο οπαδός του κόμματος των φιλελευθέρων που ίδρυσε ο Ελ. Βενιζέλος: Οι φιλελεύθεροι λέγονταν αλλιώς και βενιζελικοί …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φιλελεύθερον — φιλελεύθερος loving freedom masc/fem acc sg φιλελεύθερος loving freedom neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλελευθέροις — φιλελεύθερος loving freedom masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλελευθέρους — φιλελεύθερος loving freedom masc/fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλελευθέρων — φιλελεύθερος loving freedom masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλελευθέρῳ — φιλελεύθερος loving freedom masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλελεύθερα — φιλελεύθερος loving freedom neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλελεύθεροι — φιλελεύθερος loving freedom masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χιλή — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Χιλής Συντομευμένη Ονομασία: Χιλή Εκταση: 756.950 τ.χλμ. Πληθυσμός: 15.498.930 (Ιούλιος 2002) Πρωτεύουσα: ΣαντιάγοΚράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β και ΒΑ με το Περού και τη Βολιβία αντίστοιχα και στα Α… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»